Το πρόσφατο νομοσχέδιο για την ανασυγκρότηση των Πειραματικών σχολείων αποπνέει σκόνη, μούχλα και παλαιάς κοπής ελιτισμό ή και λογιοτατισμό, που σε άλλες εποχές θα είχε εμπνεύσει τον Κωστή Παλαμά σε νέα «Σατυρικά Γυμνάσματα». Η γραφικότητα , ωστόσο, καταντά φενάκη και παγίδα όταν βαφτίζεται «αναβάθμιση και ίδρυση Προτύπων» και εφαρμόζεται στα ανυποψίαστα κεφάλια των παιδιών μας. Από πού να ξεκινήσει κανείς για αυτό το κείμενο που πρεσβεύει δήθεν νέες παιδαγωγικές αντιλήψεις.
Ο θεσμός των «Προτύπων» λειτούργησε σε παλαιότερες εποχές , κυρίως τη δεκαετία του ’50 και του’ 60, όταν η μέση εκπαίδευση, αγαθό των λίγων δεν επαρκούσε για να καλύψει όχι μόνο τις μορφωτικές ανάγκες της εργατικής οικογένειας, αλλά ακόμη και της ίδιας της αστικής και μεγαλοαστικής τάξης που ουσιαστικά κυβερνούσε αυτόν τον τόπο. Καθώς τα ιδιωτικά σχολεία ήταν λίγα και δεν επαρκούσαν, επιστρατεύτηκαν οι κρατικές δομές, για να δημιουργηθούν «Πρότυπα σχολεία» σύμφωνα με το Γερμανικό παράδειγμα, για να φοιτήσουν είτε «χαρισματικά» παιδιά είτε παιδιά των ελίτ , με τη φιλοδοξία να αποτελέσουν σύμφωνα με τους εμπνευστές τους, οι προπομποί των αυριανών ηγετών. Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο ότι ο ίδιος ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος φοίτησε στη Σχολή Αναβρύτων, ένα δημόσιο Πρότυπο σχολείο. Σε ένα κοινωνικό σύστημα επομένως , που έθετε αξεπέραστα εμπόδια στην εργατική και την αγροτική οικογένεια, για να μορφώσει τα παιδιά της στη Μέση αλλά και στη Ανώτατη εκπαίδευση, τα Πρότυπα διαιώνιζαν τον φιλελεύθερο μύθο του «φτωχού χαρισματικού» και έδιναν την ευκαιρία στα παιδιά της αστικής και μεγαλοαστικής τάξης να συνεχίσουν σε ανώτερες ή και ανώτατες σπουδές προσόν απαραίτητο και μόνο για την ένταξη στον Δημόσιο Τομέα υπηρεσιών. Η επέκταση της μόρφωσης , καθολικό αίτημα των κοινωνικών αγώνων τη δεκαετία του 1960 σε όλο τον κόσμο απασχόλησε την ελληνική πολιτεία για ένα πολύ σύντομο διάστημα, στο σύντομο πέρασμα της Ένωσης Κέντρου (1964-1965) από την εξουσία. Η κατάργησή των Προτύπων το 1982 δεν υπήρξε τόσο το αποτέλεσμα της πολιτικής βούλησης της τότε κυβέρνησης , όσο της από τα πράγματα αχρήστευσης του κοινωνικού τους ρόλου, αφού οι πρόσβαση στη Μέση εκπαίδευση ήταν πλέον μαζική και η απαίτηση για επέκταση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα ήταν πια δεδομένη.
Να όμως που η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν φάρσα. Η περιβόητη αξιολόγηση γίνεται η σημαία και το βασικό εργαλείο των νέων Προτύπων Σχολείων. Μια αξιολόγηση που θα αφορά κυρίως στα καθήκοντα και την εργασία των εκπαιδευτικών, μια αφόρητη γραφειοκρατική διαδικασία που θα εξαντλεί αλλά και θα εξανδραποδίζει τον δάσκαλο του Πειραματικού, ο οποίος θα πρέπει να δίνει συνεχώς εξετάσεις για τη δεκτικότητα του στους ορισμούς του υπουργείου και στην «εργασιακή ευελιξία». Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα σχολεία, όπου οι εκπαιδευτικοί απλά δεν θα τυγχάνουν των ωφελημάτων της θετικής αξιολόγησης, στα Πειραματικά οι εκπαιδευτικοί κάθε πέντε χρόνια θα κρίνονται και τα αποτελέσματα θα έχουν ως συνέπεια ακόμη και τον εξοβελισμό τους από το σχολείο.
Το σχολικό ωράριο θα γίνει λάστιχο με δυνατότητα να προγραμματιστούν ώρες εργασίας ακόμη και το απόγευμα χωρίς βέβαια να προβλέπεται αντίστοιχη αύξηση του μισθού.
Καμιά κουβέντα για κρατική χρηματοδότηση, αφού όπως φαίνεται τα πειραματικά θα αποτελέσουν το πείραμα εφαρμογής χορηγιών και αγοραιοποίησης της δημόσιας παιδείας.
Τα υπάρχοντα Πειραματικά θα αξιολογηθούν με οικονομικά και ιδεολογικά κυρίως κριτήρια κατά πόσο δηλαδή εφάρμοσαν την αξιολόγηση και τα νέα κελεύσματα του υπουργείου. Μη πειραματικά σχολεία, επίσης, θα μπορούν να φέρουν τον τίτλο του «Προτύπου», εάν πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις.
Τα Πρότυπα Γυμνάσια και Λύκεια θα δέχονται μαθητές με εξετάσεις και τεστ δεξιοτήτων. Ποιοι θα εξετάσουν και με ποια κριτήρια την ετοιμότητα ενός παιδιού να παρακολουθήσει το σχολικό μάθημα των Προτύπων ; Πώς θα εξασφαλιστεί το αδιάβλητο και η αξιοπιστία της εξέτασης ; Ποια μέθοδος μπορεί να αποφανθεί για την ιδιοφυία ενός νεαρού εφήβου . Το τεστ IQ μήπως; Αυτή είναι η παιδαγωγική τους φιλοσοφία; Όποιος μπορεί να λύσει μαθηματικά προβλήματα ή γνωρίζει ιστορικά γεγονότα πάνω από τον μέσο όρο μπορεί και να θεωρηθεί «άριστος»;
Σε μια εποχή που η παιδεία αποτελεί όχι μόνο κοινωνικό αγαθό αλλά και όρος επιβίωσης σε έναν κόσμο ακατάσχετης πληροφορίας και οπτικής επίδρασης το ελληνικό υπουργείο πρωτοτυπεί ιδρύοντας «σχολεία των ελίτ», των παιδιών που απλά θα έχουν την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθούν σε άλλη μια εξέταση. Γιατί σήμερα με την επικράτηση της φροντιστηριακής παιδείας δεν μιλάμε πλέον για « χαρισματικό», αλλά για έναν νέο που από την εφηβεία του δοκιμάζεται σε πλήθος εξετάσεων, όπως το Lower, το Proficiency, τα DELF κ.ά., για να ανταποκριθεί στον σκληρό ανταγωνισμό της αγοράς εργασίας.
Ο θεσμός των «Προτύπων» λειτούργησε σε παλαιότερες εποχές , κυρίως τη δεκαετία του ’50 και του’ 60, όταν η μέση εκπαίδευση, αγαθό των λίγων δεν επαρκούσε για να καλύψει όχι μόνο τις μορφωτικές ανάγκες της εργατικής οικογένειας, αλλά ακόμη και της ίδιας της αστικής και μεγαλοαστικής τάξης που ουσιαστικά κυβερνούσε αυτόν τον τόπο. Καθώς τα ιδιωτικά σχολεία ήταν λίγα και δεν επαρκούσαν, επιστρατεύτηκαν οι κρατικές δομές, για να δημιουργηθούν «Πρότυπα σχολεία» σύμφωνα με το Γερμανικό παράδειγμα, για να φοιτήσουν είτε «χαρισματικά» παιδιά είτε παιδιά των ελίτ , με τη φιλοδοξία να αποτελέσουν σύμφωνα με τους εμπνευστές τους, οι προπομποί των αυριανών ηγετών. Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο ότι ο ίδιος ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος φοίτησε στη Σχολή Αναβρύτων, ένα δημόσιο Πρότυπο σχολείο. Σε ένα κοινωνικό σύστημα επομένως , που έθετε αξεπέραστα εμπόδια στην εργατική και την αγροτική οικογένεια, για να μορφώσει τα παιδιά της στη Μέση αλλά και στη Ανώτατη εκπαίδευση, τα Πρότυπα διαιώνιζαν τον φιλελεύθερο μύθο του «φτωχού χαρισματικού» και έδιναν την ευκαιρία στα παιδιά της αστικής και μεγαλοαστικής τάξης να συνεχίσουν σε ανώτερες ή και ανώτατες σπουδές προσόν απαραίτητο και μόνο για την ένταξη στον Δημόσιο Τομέα υπηρεσιών. Η επέκταση της μόρφωσης , καθολικό αίτημα των κοινωνικών αγώνων τη δεκαετία του 1960 σε όλο τον κόσμο απασχόλησε την ελληνική πολιτεία για ένα πολύ σύντομο διάστημα, στο σύντομο πέρασμα της Ένωσης Κέντρου (1964-1965) από την εξουσία. Η κατάργησή των Προτύπων το 1982 δεν υπήρξε τόσο το αποτέλεσμα της πολιτικής βούλησης της τότε κυβέρνησης , όσο της από τα πράγματα αχρήστευσης του κοινωνικού τους ρόλου, αφού οι πρόσβαση στη Μέση εκπαίδευση ήταν πλέον μαζική και η απαίτηση για επέκταση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα ήταν πια δεδομένη.
Να όμως που η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν φάρσα. Η περιβόητη αξιολόγηση γίνεται η σημαία και το βασικό εργαλείο των νέων Προτύπων Σχολείων. Μια αξιολόγηση που θα αφορά κυρίως στα καθήκοντα και την εργασία των εκπαιδευτικών, μια αφόρητη γραφειοκρατική διαδικασία που θα εξαντλεί αλλά και θα εξανδραποδίζει τον δάσκαλο του Πειραματικού, ο οποίος θα πρέπει να δίνει συνεχώς εξετάσεις για τη δεκτικότητα του στους ορισμούς του υπουργείου και στην «εργασιακή ευελιξία». Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα σχολεία, όπου οι εκπαιδευτικοί απλά δεν θα τυγχάνουν των ωφελημάτων της θετικής αξιολόγησης, στα Πειραματικά οι εκπαιδευτικοί κάθε πέντε χρόνια θα κρίνονται και τα αποτελέσματα θα έχουν ως συνέπεια ακόμη και τον εξοβελισμό τους από το σχολείο.
Το σχολικό ωράριο θα γίνει λάστιχο με δυνατότητα να προγραμματιστούν ώρες εργασίας ακόμη και το απόγευμα χωρίς βέβαια να προβλέπεται αντίστοιχη αύξηση του μισθού.
Καμιά κουβέντα για κρατική χρηματοδότηση, αφού όπως φαίνεται τα πειραματικά θα αποτελέσουν το πείραμα εφαρμογής χορηγιών και αγοραιοποίησης της δημόσιας παιδείας.
Τα υπάρχοντα Πειραματικά θα αξιολογηθούν με οικονομικά και ιδεολογικά κυρίως κριτήρια κατά πόσο δηλαδή εφάρμοσαν την αξιολόγηση και τα νέα κελεύσματα του υπουργείου. Μη πειραματικά σχολεία, επίσης, θα μπορούν να φέρουν τον τίτλο του «Προτύπου», εάν πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις.
Τα Πρότυπα Γυμνάσια και Λύκεια θα δέχονται μαθητές με εξετάσεις και τεστ δεξιοτήτων. Ποιοι θα εξετάσουν και με ποια κριτήρια την ετοιμότητα ενός παιδιού να παρακολουθήσει το σχολικό μάθημα των Προτύπων ; Πώς θα εξασφαλιστεί το αδιάβλητο και η αξιοπιστία της εξέτασης ; Ποια μέθοδος μπορεί να αποφανθεί για την ιδιοφυία ενός νεαρού εφήβου . Το τεστ IQ μήπως; Αυτή είναι η παιδαγωγική τους φιλοσοφία; Όποιος μπορεί να λύσει μαθηματικά προβλήματα ή γνωρίζει ιστορικά γεγονότα πάνω από τον μέσο όρο μπορεί και να θεωρηθεί «άριστος»;
Σε μια εποχή που η παιδεία αποτελεί όχι μόνο κοινωνικό αγαθό αλλά και όρος επιβίωσης σε έναν κόσμο ακατάσχετης πληροφορίας και οπτικής επίδρασης το ελληνικό υπουργείο πρωτοτυπεί ιδρύοντας «σχολεία των ελίτ», των παιδιών που απλά θα έχουν την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθούν σε άλλη μια εξέταση. Γιατί σήμερα με την επικράτηση της φροντιστηριακής παιδείας δεν μιλάμε πλέον για « χαρισματικό», αλλά για έναν νέο που από την εφηβεία του δοκιμάζεται σε πλήθος εξετάσεων, όπως το Lower, το Proficiency, τα DELF κ.ά., για να ανταποκριθεί στον σκληρό ανταγωνισμό της αγοράς εργασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου