Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010

Ένας μεγάλος Γάλλος σκηνοθέτης αποδεικνύεται πιο πατριώτης και φιλέλληνας από πολλούς Έλληνες

Σε μια λακωνική επιστολή που έστειλε στη γαλλική εφημερίδα La Liberation o Γκοντάρ δικαιολογώντας τη μη παρουσία του στο Φεστιβάλ Καννών, έγραψε στον διευθυντή Τιερί Φρεμό: «ύστερα από σοβαρά προβλήματα, όπως το ελληνικό ζήτημα, δεν…θα μπορούσα να είμαι μαζί σας στις Κάννες.»
«Θα πἠγαινα στα πέρατα της γης για το φεστιβάλ», πρόσθεσε, “αλλά δυστυχώς, δεν θα κάνω ούτε ένα βήμα παραπέρα. Φιλικά, Ζαν-Λυκ Γκοντάρ. “

Το 2010 σηματοδοτεί την 50ή επέτειο της πρώτης του ταινίας, «Με κομμένη την ανάσα» (À bout de Souffle).

Ζαν Λικ Γκοντάρ: Είναι η Δύση που χρωστάει στην Ελλάδα

Σε μια άλλη συνέντευξή του στο «Les Inrocks» περιοδικό ο Γκοντάρ είπε τα εξής:

“Θα πρέπει να ευχαριστήσουμε την Ελλάδα. Είναι η Δύση η οποία έχει χρέος προς την Ελλάδα. Η φιλοσοφία, η δημοκρατία, η τραγωδία … Ξεχνάμε πάντα τη σχέση μεταξύ της τραγωδίας και της δημοκρατίας. Χωρίς Σοφοκλή δεν υπάρχει Περικλής. Χωρίς Περικλή δεν υπάρχει Σοφοκλής.

Ο τεχνολογικός κόσμος που ζούμε σήμερα χρωστά τα πάντα στην Ελλάδα. Ποιος ανακάλυψε τη λογική; Ο Αριστοτέλης. Αν «αυτό» και «εκείνο», έπεται «εκείνο». Αυτή ακριβώς τη λογική χρησιμποποιούν οι κυρίαρχες δυνάμεις καθημερινά, εξασφαλίζοντάς να μην υπάρχει αντίφαση, και συνέχεια στους συνειρμούς με λογική. Η Hannah Arendt είπε ότι η λογική θα μας απαλλάξει από τον ολοκληρωτισμό. Έτσι όλοι οφείλουν χρήματα στην Ελλάδα σήμερα. Η Ελλάδα θα μπορούσε να διεκδικήσει τρισεκατομμύρια πνευματικά δικαιώματα στο σύγχρονο κόσμο και θα ήταν λογικό να της τα παρέχουμε αμέσως.

Οι Έλληνες κατηγορούνται ότι είναι ψεύτες … Μου θυμίζει ένα παλιό συλλογισμό που έμαθα στο σχολείο. Ο Επαμεινώνδας είναι ψεύτης και όλοι οι Έλληνες είναι ψεύτες, ως εκ τούτου ο Επαμεινώνδα είναι Έλληνας. Δεν έχουμε προχωρήσει πολύ. “

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

Το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη " Θεατρίνοι Μ.Α." . Και η παράσταση των ελληνικών κυβερνήσεων συνεχίζεται πάνω στις θυσίες του ελληνικού λαού

Θεατρίνοι Μ.Α

Στήνουμε θέατρα καὶ τὰ χαλνοῦμε
ὅπου σταθοῦμε κι ὅπου βρεθοῦμε
στήνουμε θέατρα καὶ σκηνικά,
ὅμως ἡ μοίρα μας πάντα νικᾶ.
Καὶ τὰ σαρώνει καὶ μᾶς σαρώνει
καὶ τοὺς θεατρίνους καὶ τὸ θεατρώνη
ὑποβολέα καὶ μουσικοὺς
στοὺς πέντε ἀνέμους τοὺς βιαστικούς.
Σάρκες, λινάτσες, ξύλα, φτιασίδια,
ρίμες αἰσθήματα, πέπλα στολίδια,
μάσκες, λιογέρματα, γόοι καὶ κραυγὲς
κι ἐπιφωνήματα καὶ χαραυγὲς
ριγμένα ἀνάκατα μαζὶ μ᾿ ἐμᾶς
(πές μου ποῦ πᾶμε; πές μου ποῦ πᾶς;)
Πάνω ἀπ᾿ τὸ δέρμα μας γυμνὰ τὰ νεῦρα
σὰν τὶς λουρίδες ὀνάγρου ἢ ζέβρα
γυμνὰ κι ἀνάερα, στεγνὰ στὴν κάψα
(πότε μᾶς γέννησαν; πότε μᾶς θάψαν!)
Καὶ τεντωμένα σὰν τὶς χορδὲς
μιᾶς λύρας ποὺ ὁλοένα βουίζει. Δὲς
καὶ τὴν καρδιά μας ἕνα σφουγγάρι,
στὸ δρόμο σέρνεται καὶ στὸ παζάρι
πίνοντας τὸ αἷμα καὶ τὴ χολὴ
καὶ τοῦ τετράρχη καὶ τοῦ ληστῆ.