Τα τελευταία χρόνια, εμφανίζεται αισθητή μείωση στην ποιότητα αλλά και την ποσότητα της ιστορικής γνώσης που αποκτούν οι μαθητές το δημόσιο Γυμνάσιο και Λύκειο, κάτι που όπως φαίνεται, αποτελεί συνειδητή εκπαιδευτική επιλογή στο πολιτικό περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Ιστορία ως μάθημα υποβαθμίστηκε καθώς είτε εντάχτηκε σε ευρύτερα γνωστικά αντικείμενα, όπως για παράδειγμα, οι «Ανθρωπιστικές Σπουδές» (Humanities) στην Αγγλία, είτε διδάχτηκε με σκοπό οι μαθητές να κατανοήσουν καλύτερα την ιστορική πορεία κυρίως σύγχρονων κοινωνικών φαινόμενων, όπως της μετανάστευσης, της ευρωπαϊκής ένωσης, του τραπεζικού συστήματος ή του κοινοβουλευτισμού . Η εθνική Ιστορία, επίσης, τείνει να εγκαταλειφθεί ή να διδαχθεί επιλεκτικά, με σκοπό οι μαθητές να περιοριστούν σε ορισμένα μόνο «σπουδαία» γεγονότα ή προσωπικότητες πάντα στο πνεύμα της ευρωπαϊκής συνεργασίας, όπως αυτή συστήνεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε).
Στην Ελλάδα, ειδικότερα, τα τελευταία χρόνια η υποβάθμιση της ιστορικής παιδείας στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού συστήματος πήρε τα εξής χαρακτηριστικά :
• Η έλλειψη κατάλληλης και διαρκούς επιμόρφωσης έχει απομακρύνει τους εκπαιδευτικούς από τις σύγχρονες εξελίξεις στον τομέα της ιστοριογραφίας και της διδακτικής με αποτέλεσμα, συχνά, να μην νιώθουν έτοιμοι να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του μαθήματος.
• Τα σχολικά βιβλία Ιστορίας είναι τις περισσότερες φορές ακατάλληλα για διδασκαλία και δυσνόητα .
• Η διδακτέα ύλη στα αναλυτικά προγράμματα είναι υπέρογκη, ενώ εξοβελίζονται σημαντικές περίοδοι της ελληνικής ιστορίας.
• Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία θεωρεί σκόπιμο να αποσιωπήσει ή να διαστρεβλώσει σημαντικά ιστορικά γεγονότα ανάλογα με τις ιδεολογικές της καταβολές. Η αλλοιωμένη αυτή ιστορική γνώση έρχεται συχνά σε σύγκρουση όχι μόνο με τα επιστημονικά δεδομένα αλλά και με τη συλλογική συνείδηση, τις οικογενειακές αλλά και τοπικές μνήμες.
• Τα τελευταία χρόνια με το πρόσχημα ότι η Ιστορία μπορεί δήθεν να αναβιώσει παλιές έχθρες και πάθη, επιχειρείται η αφαίρεση σημαντικών περιόδων κυρίως της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Σε επίπεδο γλωσσικής διατύπωσης επιλέγεται, επίσης, μια ηπιότερη έκφραση, κάτι που ωστόσο δεν απομακρύνει τον κίνδυνο αστοχιών , όπως τον περίφημο πλέον «συνωστισμό της Σμύρνης ».
• Το μάθημα εξετάζεται στο Λύκειο ως αντικείμενο Γενικής Παιδείας είτε ανήκει στα επιλεγόμενα. Η φροντιστηριοποίηση του Λυκείου και η υποταγή του στις απαιτήσεις των πανελλαδικών εξετάσεων μετατρέπουν το μάθημα σε αγγαρεία και εμποδίζουν κάθε προσπάθεια για καλλιέργεια της ιστορικής σκέψης.
• Οι εκπαιδευτικοί θεσμοί , όπως οι πανελλαδικές εξετάσεις προάγουν είτε την αποστήθιση είτε την επιφανειακή πληροφόρηση και φυσικά, πάντα, τη συμμόρφωση με τις θέσεις του σχολικού βιβλίου.
Η υποβάθμιση αυτή συνοδευόμενη από άρθρα στον Tύπο , τα οποία ουσιαστικά συνηγορούσαν στην κατάργηση του μαθήματος οδήγησε στην περιθωριοποίησή του μαθήματος στον σχεδιαζόμενο νέο τύπο Λυκείου. Το μάθημα συγκαταλέγεται πλέον ανάμεσα στα επιλεγόμενα μαθήματα μαζί με την Κοινωνιολογία και τα Θρησκευτικά (Κοινωνικές Επιστήμες) αλλά και το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών στην Α’ Λυκείου (Αρχαιογνωσία). Οι μαθητές σίγουρα θα σκεφτούν αρκετά πριν επιλέξουν ένα μάθημα που παρουσιάζει δυσκολίες στη διδασκαλία και την κατανόησή του, αλλά και οι εκπαιδευτικοί που το διδάσκουν θα πρέπει να προάγουν τις δημόσιες σχέσεις τους, μήπως και συγκινήσουν κάποιους νέους που θα το επιλέξουν . Στη χειρότερη περίπτωση το μάθημα δεν θα διδαχθεί καθόλου, αφήνοντας νέους πολίτες στην αμάθεια σε σχέση με το ιστορικό παρελθόν του τόπου τους αλλά και στην στρεβλή πολιτική κρίση.
Τα κίνητρα των κέντρων εκείνων που στήριξαν την επιλογή αυτή και φαίνεται προς το παρόν να καταφέρνουν να περιθωριοποιήσουν το μάθημα της Ιστορίας στη δημόσια εκπαίδευση θα πρέπει να διακριθούν σε δύο κατηγορίες, σε επιστημονικά -επιστημολογικά κίνητρα και σε πολιτικά-ιδεολογικά.
Επιστημονικά και Επιστημολογικά κίνητρα
Τα τελευτά χρόνια το μάθημα της Ιστορίας διεθνώς τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αντιμετώπισε έναν ενορχηστρωμένο πόλεμο δεχόμενο κυρίως πυρά για την έλλειψη ενδιαφέροντος, την αναξιοπιστία, τη σχετικότητά του και την πολιτική ιδεολογία που υποκρύπτει . Παράλληλα, Η κίνηση της μεταμοντέρνας Ιστορίας γνώρισε ιδιαίτερη ανταπόκριση στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνδυαζόμενη με την τάση να ξαναγραφτεί η ιστορία με μια άλλη οπτική. Η μεταμοντέρνα θεώρηση της Ιστορίας αρνήθηκε το κύρος των ιστορικών πηγών αλλά και την αντικειμενικότητα της ιστορικής γνώσης και την ενέταξε στο χώρο της απλής ρητορικής αφήγησης.
Το μειωμένο ενδιαφέρον των μαθητών για την Ιστορία, όπως εμφανίζεται στον Τύπο και σε έρευνες θεραπεύει η χρήση της νέας τεχνολογίας στο μάθημα και η επιλογή του « πολλαπλού βιβλίου». Το μάθημα επομένως σύμφωνα με τους υποστηριχτές του μετασχηματισμού της διδασκαλίας της Ιστορίας, θα πρέπει να βάλει τους μαθητές στη διαδικασία να αναζητήσουν μόνοι τη γνώση στο διαδίκτυο ή σε άλλους οικείους σε αυτούς χώρους. Τα μέσο γίνεται το μήνυμα και η Ιστορία διαιρείται σε θέματα σύμφωνα μ ε το διδακτικό παράδειγμα της «διαθεματικότητας» και σε τομείς ανεξάρτητα από την ιστορική περίοδο και την ιστορική συνάφεια των γεγονότων. Η Ιστορία κατά αυτόν τον τρόπο μπορεί και να αυτοκαταργηθεί, αφού μπορεί να διδαχθεί ως πληροφορία και μέσα από τα Θρησκευτικά, την ,Κοινωνιολογία, την Τέχνη, τη Μαγειρική, τη Γεωγραφία, τη Γλώσσα και τη Λογοτεχνία, ακόμη και μέσα από τα Μαθηματικά. Την αποσπασματικότητα της ιστορικής πληροφορίας υπηρετεί και η ευρύτατα διαδεδομένη τα τελευταία χρόνια «Θεματική Ιστορία» που προτείνει την κάθετη ιστορική προσέγγιση με βάση το Θέμα κυρίως και λιγότερο την ένταξη των γεγονότων σε μια γενικότερη ιστορική αφήγηση.
Η πρόταξη επίσης, της λεγόμενης «Τοπικής Ιστορίας» και της «Μικροϊστορίας» σε σχέση με τη Γενική Ιστορία είχε ως αποτέλεσμα την αντικατάσταση σε πολλές περιπτώσεις της διδασκαλίας με τη μέθοδο των συνθετικών εργασιών project που πάντα στο ίδιο διαλυτικό πνεύμα προωθούν την επαφή του μαθητή με μεμονωμένες πηγές πληροφοριών από την οικογένεια, τον τόπο που διαμένει αλλά και στο διαδίκτυο.
Πολιτικά και ιδεολογικά κίνητρα
Η διάκριση σε ιδεολογικά και επιστημολογικά κίνητρα που επιχειρήσαμε, υπηρετεί κυρίως την καλύτερη κατανόηση των στοιχείων που παραθέτουμε και λιγότερο την πραγματική φύση τους αφού όπως δείχτηκε τόσο η διάδοση της μεταμοντέρνας θεώρησης όσο και η μικροϊστορία αποτελούν συνειδητές επιλογές της επίσημης εκπαιδευτικής πολιτικής σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Τα βαθύτερα επομένως αίτια που οδήγησαν σε σταδιακή υποβάθμιση την ιστορική παιδεία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση υπήρξαν προπάντων πολιτικά και ιδεολογικά.
Πολιτικά από την άποψη ότι εξυπηρέτησαν συγκεκριμένα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, αφού το μάθημα της Γενικής Ιστορίας ασκούσε ρητά ή άρρητα την πολιτική κρίση των μαθητών, ανιχνεύοντας κοινά σημεία στην πολιτική δράση ανάμεσα σε διαφορετικές εποχές και έκανε λόγο για επαναστατικά κινήματα, πολεμικές συγκρούσεις, ιδεολογίες και κοινωνικές τάξεις. Αντίθετα, η αποσπασματική ιστορική γνώση αποτέλεσε ένα άμεσα ελέγξιμο γνωστικό πεδίο που χρησιμοποιήθηκε κατάλληλα, για να ικανοποιήσει κυρίως τους ιδεολογικούς στόχους.
Έτσι, στο πεδίο της ιδεολογίας η υποβάθμιση της Ιστορίας ουσιαστικά εξυπηρέτησε τον οικονομικό φιλελευθερισμό και το συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά την πτώση των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην ανατολική Ευρώπη. Η εθνική ιστορία συγκεκριμένων χωρών, όπως της Ελλάδας, αποτέλεσε εμπόδιο στη διάδοση της παγκοσμιοποίησης και στην οικονομική πολιτική «των ανοιχτών συνόρων». Επίσης, η ανάδυση εθνικιστικών αποσχιστικών κινημάτων σε ορισμένες χώρες κυρίως της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είχε περισσότερο χαρακτήρα παραχάραξης της Ιστορίας του Β Παγκοσμίου Πολέμου και λιγότερο εθνικής ιστορίας. Η αλλοίωση της ιστορικής μνήμης αλλά και της ιστοριογραφίας όπως την ξέραμε μέχρι πριν λίγα χρόνια ξεκίνησε από τι πρώην σοσιαλιστικές χώρες και συνεχίστηκε σε όλη την Ευρώπη, εξισώνοντας το φασισμό με τον κομμουνισμό, και αποκρύπτοντας τα συγκρουσιακά φαινόμενα (πολέμους, επαναστάσεις, γενοκτονίες, εμφυλίους πολέμους ) στην Ευρωπαϊκή Ιστορία των δύο τελευταίων αιώνων.
Επιχειρήθηκε έτσι, η κατασκευή μιας δήθεν κοινής ευρωπαϊκής κουλτούρας ακόμη και σε έθνη που λεηλατήθηκαν και ερημώθηκαν από τις δυτικές σταυροφορίες και την επέμβαση των δυτικών αυτοκρατοριών. Υπερπροβλήθηκε το οικονομικό στοιχείο χωρίς να αναφέρονται οι ανταγωνισμοί και οι συγκρούσεις κυρίως κατά τον Μεσαίωνα, που οδήγησαν ακόμη και στη δημιουργία πολλών σημερινών ευρωπαϊκών κρατών. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν προσχηματικά και δυσνόητα σχολικά βιβλία με θέμα την κοινή ευρωπαϊκή κληρονομιά, που ούτε διδάχτηκαν ποτέ συστηματικά ούτε κατάφεραν να περάσουν στους μαθητές του Λυκείου την ευρωπαϊκή αυτή συνείδηση. Η σύγχρονη αντιφατική πολιτική της ΕΕ στην οικονομία, οι "ανθρωπιστικοί" της πόλεμοι μετά το 1990, και η εμπλοκή της στους πολέμους του Ιράκ, της Σερβίας , του Κοσσόβου και του Αφγανιστάν, αποσάθρωσαν ακόμη περισσότερο παρά συντέλεσαν στην οικοδόμηση αυτού του στόχου.
Έτσι η ΕΕ και η τωρινή πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας της Ελλάδας προέκριναν τελικά τη λύση της αφαίρεσης της Ιστορίας από τη Γενική μόρφωση των μαθητών του Λυκείου. Με αυτόν τον τρόπο πίστεψαν ότι οι μαθητές και οι γονείς τους θα γίνουν πιο χειραγωγήσιμοι σε θέματα πολιτικής ιστορίας κυρίως μέσω της ενημέρωσης του Τύπου και της Τηλεόρασης. Οι νεότερες ιστοριογραφικές τάσεις των μεγάλων Αμερικανικών πανεπιστημίων αλλά και των πολυεθνικών εκδοτικών οίκων θα περάσουν πιο εύκολα στην κοινή γνώμη και σε όσους απλά ενδιαφέρονται για την ιστορία. Η ιστορική γνώση όμως, δεν αποτελεί μόνο πληροφοριακό υλικό αλλά οικοδομεί πολιτική κρίση και συμπεριφορά. Εκπαιδεύοντας ανιστόρητους πολίτες δίνουμε τροφή στο ρατσισμό, τον φασισμό της καθημερινής ζωής, το σωβινισμό. Κάποτε, σε σύντομο πάντως χρονικό διάστημα τα ιστορικά λάθη του παρελθόντος θα μας εκδικηθούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου